Γιορτή για την 25η Μαρτίου 2024 – Φωτογραφίες
Παρέλαση 21ης Φεβρουαρίου
Παρέλαση 28ης Οκτωβρίου
Το 7o Λύκειο περνά στο 32ο λεπτό
Σχολική εορτή 28ης Οκτωβρίου – 27/10/2023
Καλό Πάσχα και Καλή Ανάσταση
Χριστός Ανέστη! Το Αναστάσιμο Φως να φωτίζει τις καρδιές όλων μας!
21 Φεβρουαρίου 1913 – Η δράση της ελληνικής Αεροπορίας στο μέτωπο της Ηπείρου
Είχαν περάσει μόλις 9 χρόνια από την πρώτη ιστορική πτήση των αδελφών Ράιτ με αεροπλάνο (17/12/1903), και στο τέλος Σεπτεμβρίου 1912, εν όψει της έναρξης των Βαλκανικών πολέμων, επέστρεψαν στην Ελλάδα από τη Γαλλία, 4 αξιωματικοί αεροπόροι οι οποίοι δημιούργησαν στη Λάρισα τον πρώτο αεροπορικό στολίσκο. Στρατιωτικό αεροπλάνο έτοιμο προς πτήση υπέρ του πολιορκούμενου φρουρίου Μπιζάνι 1912-1913 Ρωμαΐδης-Zeitz Αυτοί ήταν οι: Υπολοχαγός Δημήτριος Καμπέρος (από τον οποίο προήλθε πιθανότατα λόγω των παράτολμων ενεργειών του η λέξη τρελοκαμπέρω), Υπολοχαγός Μιχαήλ Μουτούσης, Ανθυπίλαρχος Πανούτσος Νοταράς και Ανθυπίλαρχος Χρήστος Αδαμίδης. Ήταν κυβερνήτες τεσσάρων μονοθέσιων αεροπλάνων Henry Farman των 50 ίππων. Στις 5 Οκτωβρίου 1912, ο Δημήτριος Καμπέρος εκτέλεσε την πρώτη αναγνωριστική αποστολή στο θεσσαλικό μέτωπο. Ακολούθησαν και άλλες, ενώ μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, η αεροπορική μονάδα μεταφέρθηκε στην Ήπειρο και στα τέλη Νοεμβρίου 1912, εγκαταστάθηκε στη Νικόπολη της Πρέβεζας. Είχαν παραληφθεί πλέον 4 εξελιγμένα αεροσκάφη, τα Maurice Forman, των 80 ίππων, τα οποία μπορούσαν να μεταφέρουν και παρατηρητή. Επίσης, στην ομάδα των Ελλήνων αεροπόρων, προστέθηκαν ο Γάλλος λοχαγός Μπαρέ, ο επίσης Γάλλος αερομηχανικός Σοβό και 57 στρατιώτες. 5 Δεκεμβρίου του 1912 – Μιχαήλ Μουτούσης: Ο αεροπόρος που έριχνε αυτοσχέδιες βόμβες Η πρώτη εναέρια πολεμική αποστολή στην Ήπειρο, έγινε από τον Μιχαήλ Μουτούση, στις 5 Δεκεμβρίου 1912. Ο Μιχαήλ Μουτούσης ήταν ηρωικός αεροπόρος των βαλκανικών πολέμων. Εκπαιδεύτηκε στη Γαλλία μαζί με άλλους πέντε αξιωματικούς, με τους οποίους στελέχωσαν τη νεοσύστατη ελληνική αεροπορία. Πραγματοποίησε την πρώτη πτήση στις 5 Δεκεμβρίου του 1912, πετώντας αυτοσχέδιες βόμβες. Ο Μουτούσης πετώντας με αεροπλάνο τύπου Maurice Farman M.F.7 , αναγνώρισε από χαμηλό ύψος την περιοχή μέχρι τα Ιωάννινα και προσέβαλε με αυτοσχέδιες βόμβες συγκεντρώσεις των Τούρκων, καθώς και τα οχυρά του Μπιζανίου. Όταν προσγειώθηκε, οι στρατιώτες τον υποδέχθηκαν με ζητωκραυγές, ενώ τον συνεχάρη για την επιτυχία του ο Αρχηγός Στρατού Ηπείρου. Ακολούθησαν πολλές ακόμα αναγνωριστικές πτήσεις αλλά και ρίψεις τροφίμων και εφημερίδων στους Γιαννιώτες. Μετά την αποχώρηση των Καμπέρου, Μουτούση και Μπαρέ, επικεφαλής της Μοίρας, ανέλαβε ο ανθυπίλαρχος Αδαμίδης, ο οποίος την ημέρα της απελευθέρωσης των Ιωαννίνων, προσγειώθηκε με το αεροπλάνο του στην πλατεία διοικητηρίου της πόλης, προκαλώντας θύελλα ενθουσιασμού στους κατοίκους της. Να σημειώσουμε ότι στις 24 Ιανουαρίου 1913, ο Μιχαήλ Μουτούσης και ο σημαιοφόρος Αριστείδης Μωραϊτίνης (ως παρατηρητής) με ένα αεροπλάνο Farman που είχε μετατραπεί σε υδροπλάνο, πραγματοποίησαν την πρώτη, στην παγκόσμια ιστορία, αεροπορική αποστολή ναυτικής συνεργασίας, καθώς κατόπτευσαν πετώντας πάνω από τα Δαρδανέλια τον τουρκικό στόλο και τον ναύσταθμο του Ναγαρά, ρίχνοντας 4 αυτοσχέδιες βόμβες κατά των πλοίων που βρίσκονταν εκεί. Ο Μωραϊτίνης κατάρτισε το πρώτο στον κόσμο πολεμικό σχεδιάγραμμα από αέρος, καταγράφοντας λεπτομερώς τις μονάδες και τις θέσεις του τουρκικού στόλου. Στις 4 Απριλίου 1913, η Πολεμική Αεροπορία μας, θρήνησε τον πρώτο νεκρό της. Ήταν ο πρώτος Έλληνας αεροπόρος, Εμμανουήλ Αργυρόπουλος, που σκοτώθηκε όταν έπεσε το αεροσκάφος του κοντά στον Λαγκαδά. * ΦΩΤΟΔΕΝΤΡΟ – ΕΘΝΙΚΟΣ ΣΥΣΣΩΡΕΥΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ – Στρατιωτικο αεροπλανο Μπιζανι 1912-1913
Ζάλογγο 1803 – Ελευθερία ή Θάνατος
Ο Δεκέμβρης του 1803 ήταν ο μήνας που σημάδεψε και σημαδεύτηκε το Σούλι. Ήταν η χρονιά που ερήμωσε το Σούλι. Πολλοί το εγκατέλειψαν, άλλοι αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν και άλλοι συνειδητά έμειναν και πέθαναν για τα ιδανικά και την πατρίδα τους. Την 12η Δεκεμβρίου ανήμερα την υπογραφής της συνθήκης με τους Τούρκους, ο καλόγερος Σαμουήλ μαζί με άλλους πέντε Σουλιώτες αντί να παραδώσει το Κούγκι όπως είχε συμφωνηθεί βάζει φωτιά στις πυριτιδαποθήκες και το ανατινάζει. Στις 18 Δεκεμβρίου 1803 μια ομάδα υπό τον Κίτσο Μπότσαρη, πατέρα του Μάρκου Μπότσαρη, κατόρθωσε να διασπάσει τον κλοιό και να διαφύγει με 147 άνδρες στην Πάργα. Όσοι απέμειναν στην μονή Ταξιάρχη Μιχαήλ αιχμαλωτίστηκαν, ενώ μια ομάδα γυναικών με τα παιδιά κατέφυγαν στην άκρη του απότομου γκρεμού με τα λεγόμενα βράχια του Ζαλόγγου. Για να μην πέσουν στα χέρια των Τουρκαλβανών, οι 57-63 γυναίκες (διαφέρουν οι πληροφορίες ως προς τον αριθμό μια μονογραφία της Μονής Ζαλόγγου γράφει 300 Σουλιώτισσες) με τα παιδιά τους έπεσαν στο γκρεμό και αυτοθυσιάστηκαν. Ο αυτόπτης μάρτυρας Τουρκαλβανός αξιωματικός Σουλεϊμάν Αγάς έγραψε: «Οι γυναίκες πιάστηκαν από τα χέρια και άρχισαν ένα χορό, που τα βήματά τους τα κινούσε ένας ασυνήθιστος ηρωϊσμός και η αγωνία του θανάτου τόνιζε το ρυθμό του. Στο τέλος των επωδών, οι γυναίκες βγάζουν μια διαπεραστική μακρόσυρτη κραυγή, που ο αντίλλαλός της σβήνει στο βάθος ενός τρομακτικού γκρεμού, όπου ρίχνονται με όλα τα παιδιά τους». Μαρτυρίες λένε ότι κάποια παιδιά επέζησαν.
Χριστόδουλος Σώζος: Ο δήμαρχος Λεμεσού που πολέμησε και πέθανε στην μάχη για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων (21η Φεβρουαρίου 2013)
Ο κυπριακής καταγωγής Χριστόδουλος Σώζος ανέκαθεν θεωρούσε την Ελλάδα ως μητέρα – πατρίδα και δεν δίστασε να δώσει τη ζωή του στο Μπιζάνι, στη μάχη για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων το 1912. Ο Χριστόδουλος Σώζος, ήταν Ελληνοκύπριος δικηγόρος, πολιτικός και επιχειρηματίας. Γεννήθηκε στη Λεμεσό, το 1872. Ο παππούς του, Αντώνιος Ιάκωβος Λοΐζου, είχε πάρει μέρος στην Επανάσταση του 1821 ως εθελοντής, πολεμώντας στο πλευρό του Φαβιέρου στην Αθήνα, ενώ ο πατέρας του Σώζων Λοΐζου, είχε πολεμήσει στην Κρήτη κατά την Επανάσταση του 1866. Φοίτησε στην Ελληνική Σχολή Λεμεσού και στη συνέχει στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου είχε μεταξύ άλλων, συμφοιτητές τον λογοτέχνη και ακαδημαϊκό Σίμο Μενάρδο και τον Κύπριο Νικόλαο Λανίτη, δημοσιογράφο, πολιτικό και αγωνιστή. Μετά το τέλος των σπουδών του, επέστρεψε στην Κύπρο όπου εργάστηκε σαν δικηγόρος. Με το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων, ο Σώζος είχε ήδη διαγράψει λαμπρή πορεία ως δικηγόρος και βουλευτής. Όντας εν ενεργεία δήμαρχος, επέλεξε να ταξιδέψει στην Ελλάδα κρυφά από την οικογένεια του και να καταταγεί στον ελληνικό στρατό ως εθελοντής. «Πραγματικοί ηγέται δεν είναι εκείνοι που μονάχα υποκινούν τον λαόν αλλά εκείνοι που προκινδυνεύουν μαζί του», είχε πει σε ένα γιατρό φίλο του, όταν προσπάθησε να τον αποτρέψει. Όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος πληροφορήθηκε για την άφιξή του στην Ελλάδα, θέλησε να έρθει σε επαφή μαζί του. Έτσι κι έγινε. Τον δέχτηκε στο γραφείο του και του πρότεινε τιμητική θέση στο επιτελείο του στην Αθήνα. Με αυτόν τον τρόπο, δεν θα διακινδύνευε τη ζωή του στο μέτωπο. Ο Σώζος ωστόσο αρνήθηκε. Δεν δέχτηκε να ακούσει λέξη. Απαίτησε να σταλεί ως απλός στρατιώτης στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Κατετάγη στο Α’ Σύνταγμα πεζικού του Διαδόχου. Πολέμησε στη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και την Ήπειρο. Στις 6 Δεκεμβρίου 1912, στις μάχες για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, σκοτώθηκε στο ύψωμα Προφήτης Ηλίας του χωριού Μανωλιάσα (ορεινό χωριό, χτισμένο σε υψόμετρο 820 μ. , στις πλαγιές του όρους Τόμαρος). Η εφημερίδα της Λεμεσού «Σάλπιγξ» είχε δημοσιεύσει την επιστολή του Σίμου Μενάνδου, συμμαθητή του Σώζου, στην οποία ως αυτόπτης μάρτυρας, περιέγραφε τη στιγμή του θανάτου του. «Ο Σώζος έπεσεν εμπρός μου. Εκ των 70 στρατιωτών της ενωμοτίας μου ελάχιστοι έμειναν άτρωτοι. Άλλοι εφονεύθησαν και άλλοι ετραυματίσθησαν. Οι νεκροί ετάφησαν αμέσως. Ο Σώζος επολέμησεν γενναιότατα, όταν είδε πλησιάσαντας εις τα χαρακώματά των τους Τουρκαλβανούς, ανεσηκώνετο και επυροβόλει όρθιος, τότε δε τον επήραν σφαίραι ταχυβόλου», έγραφε χαρακτηριστικά το απόσπασμα. Η προτομή του Χριστόδουλου Σώζου στα Ιωάννινα δίπλα στη λίμνη. Τον Δεκέμβριο του 1913, η βουλή των Ελλήνων αποφάσισε την ανάρτηση της φωτογραφίας του στο κτίριό της. Το 1915, στον Δημοτικό Κήπο Λεμεσού, δημιουργήθηκε μνημείο προς τιμήν του. Στα Γιάννενα, υπάρχει οδός με το όνομά του, ενώ το 1998 στήθηκε προτομή του στις όχθες της λίμνης της πόλης. Ενδιαφέροντες σύνδεσμοι: Κύπρος και απελευθέρωση των ΙωαννίνωνΈνας Κύπριος εθελοντής – ποιητάρης για την πολιορκία και την απελευθέρωση των ΙωαννίνωνΕπέτειος απελευθέρωσης Ιωαννίνων: Οι Κύπριοι θυσιασθέντες
Λορέντζος Μαβίλης: Ένας ποιητής χάνει τη ζωή του μαχόμενος για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων (21η Φεβρουαρίου 1913)
Ο Μαβίλης γεννήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1860 στην Ιθάκη, όπου ο ισπανικής καταγωγής πατέρας του, Παύλος Μαβίλης, υπηρετούσε ως δικαστικός. Η μητέρα του, Ιωάννα Σούφη, ήταν ανηψιά του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Ο Μαβίλης τελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στην Κέρκυρα και φοίτησε για ένα χρόνο (1877-1878) στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστήμιου Αθηνών. Συνέχισε τις σπουδές του στα πανεπιστήμια Μονάχου και Φράιμπουργκ (1878-1890), όπου παρακολούθησε μαθήματα κλασικής φιλολογίας, αρχαιολογίας και σανσκριτικών, ενώ μελέτησε τα φιλοσοφικά συστήματα των μεγάλων Γερμανών φιλοσόφων Καντ, Φίχτε και Σοπεγχάουερ. Το 1890 ανακηρύχθηκε διδάκτωρ φιλοσοφίας από το Πανεπιστήμιο του Ερλάνγκεν με τη διατριβή «Δύο βιεννέζικα χειρόγραφα του Ιωάννη Σκυλίτζη». Ως ποιητής διέπρεψε στο είδος του σονέτου. Ανήκε στην παράδοση της επτανησιακής σχολής, όπως διαμορφώθηκε από τον Διονύσιο Σολωμό. Στα ποιήματά του υμνεί την πατρίδα και αυτούς που έπεσαν στο πεδίο της μάχης. Μνημειώδης ήταν ο λόγος του στη Βουλή, στις 26 Φεβρουαρίου 1911, ως βουλευτής Κέρκυρας. Υπερασπιζόμενος τη δημοτική γλώσσα, είπε απευθυνόμενος στους καθαρευουσιάνους: «Χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει. Υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι και υπάρχουσι πολλοί χυδαίοι άνθρωποι ομιλούντες την καθαρεύουσα». Συνέχεια →